Διακόσια χρόνια μετά τη δημοσίευση του πρώτου τόμου με τα παραμύθια των αδελφών Γκριμ...
("Παιδικά και οικογενειακά παραμύθια", 1812) ο κόσμος που βγαίνει από τις σελίδες τους (ας θυμηθούμε την "Κοκκινοσκουφίτσα", την "Ωραία Κοιμωμένη" και τη Σταχτοπούτα", αλλά και την...
("Παιδικά και οικογενειακά παραμύθια", 1812) ο κόσμος που βγαίνει από τις σελίδες τους (ας θυμηθούμε την "Κοκκινοσκουφίτσα", την "Ωραία Κοιμωμένη" και τη Σταχτοπούτα", αλλά και την...
... "Πεντάμορφη και το Τέρας", τους "Χάνσελ και Γκρέτελ" ή τη "Χιονάτη και τους επτά νάνους") δεν έχει πάψει να φωλιάζει στην καρδιά νεαρών και ενηλίκων αναγνωστών σε ολόκληρη την υφήλιο, τροφοδοτώντας τη φαντασία τους και στοιχειώνοντας (άλλοτε παρηγορητικά κι άλλοτε με έναν αφανή τρόμο) τα όνειρά τους.
Γεννημένοι στο Χάναου της Γερμανίας, ο Γιάκομπ (1785-1859) και ο Βίλχελμ (1786-1863) Γκριμ σπούδασαν νομικά στο πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ και εργάστηκαν ως βιβλιοθηκάριοι πρώτα στο Κάσελ, κατόπιν στο Γκέτινγκεν, όπου ανέλαβαν και διδακτικό έργο, και τέλος στην Ακαδημία Επιστημών του Βερολίνου (από το Γκέτινγκεν απολύθηκαν επειδή διαμαρτυρήθηκαν για την κατάργηση του φιλελεύθερου συντάγματος του Ανόβερου από τον Ερνέστο Αύγουστο τον Α').
Παρακινημένοι από το πνεύμα του καιρού τους, που είχε ανακαλύψει ήδη τη σημασία της λαϊκής παράδοσης και των δημοτικών τραγουδιών (είχαν προηγηθεί πριν από μερικά χρόνια οι γερμανοί ποιητές και μυθιστοριογράφοι Λούντβιχ Άχιμ φον Άρνιμ και Κλέμενς Μπρεντάνο και πριν από έναν αιώνα ο γάλλος ποιητής και πεζογράφος Σαρλ Περό), οι αδελφοί Γκριμ απομακρύνθηκαν γρήγορα από τις νομικές σπουδές τους για να αφοσιωθούν στη μελέτη του μεσαιωνικού παραμυθιού.
Κάνοντας εκτεταμένη έρευνα και συλλέγοντας παραμύθια από τους πιο διαφορετικούς πληροφορητές (χωρικούς, αλλά και αριστοκράτες, που ήξεραν τα παραμύθια από τους υπηρέτες τους), οι αδελφοί Γκριμ καταπιάστηκαν αμέσως με το να προσδώσουν στο υλικό τους λογοτεχνική μορφή, διασκευάζοντάς το για παιδιά. Τον πρώτο τόμο του 1812 ακολούθησε το 1814 ένας δεύτερος τόμος ενώ μεταξύ 1816 και 1818 τα δύο αδέλφια εξέδωσαν και μια σειρά γερμανικών θρύλων υπό τον τίτλο "Γερμανικοί μύθοι".
Ο Γιάκομπ και ο Βίλχελμ δεν διέκοψαν σε όλη τη διάρκεια του φιλέρευνου βίου τους ούτε μία φορά τη δουλειά τους. Το 1826 εξέδωσαν μια σειρά με ιρλανδικές ιστορίες για ξωτικά (μεταφράζοντας το έργο του Τόμας Κρόφτον Κρόκερ) ενώ από το 1832 ώς το 1854 ο Γιάκομπ δημοσίευσε την τρίτομη "Γερμανική μυθολογία". Ο ίδιος ήταν ο συντάκτης και της δίτομης "Γερμανικής Γραμματικής", που κυκλοφόρησε ανάμεσα στο 1832 και το 1837 και αποτελούσε ένα είδος ιστορίας των γερμανικών γλωσσών. Από το 1838 και μετά οι αδελφοί Γκριμ αφοσιώθηκαν στη σύνταξη του "Λεξικού της γερμανικής γλώσσας" χωρίς να προλάβουν να φέρουν εις πέρας την προσπάθειά τους.
Γιατί τα παραμύθια των αδελφών Γκριμ άντεξαν τόσο πολύ στον χρόνο; Τι τα έκανε να αναθρέψουν γενεές επί γενεών παιδιών και μεγάλων και πώς κατόρθωσαν να φτάσουν αρυτίδωτα μέχρι και τις ημέρες μας; Θα πρέπει καταρχήν να θυμηθούμε πως όταν τυπώθηκαν το 1812 τα "Παιδικά και οικογενειακά παραμύθια" οι κριτικές που δέχτηκαν οι εμπνευστές τους ήταν ιδιαιτέρως αρνητικές. Μπορεί ο Γιάκομπ και ο Βίλχελμ να μετέφεραν απλώς στο χαρτί τις ιστορίες τις οποίες διηγούνταν επί αιώνες προφορικά οι άνθρωποι της Κεντρικής Ευρώπης, αλλά οι κριτικοί των αρχών του 19ου αιώνα δεν είχαν την παραμικρή διάθεση να κατανοήσουν τη σκληρότητα, τη βία και τον αμοραλισμό που έβλεπαν στις σκηνές τους. Πειστήρια μιας δύσκολης, κατάφωρα άδικης και εξωφρενικά επιθετικής εποχής, τα παραμύθια των αδελφών Γκριμ προκάλεσαν ανατριχίλα στους συγχρόνους τους, που έσπευσαν να τους καταλογίσουν πως φιλοτεχνούσαν ένα σύμπαν εντελώς ανοίκειο και ακατάλληλο για τα παιδιά. Ο Γιάκομπ και ο Βίλχελμ δεν αντιμετώπισαν ελαφρά τη καρδία τις κατηγορίες που διατυπώθηκαν εναντίον τους. Έσπευσαν, αντιθέτως, να "στρογγυλέψουν" τις διηγήσεις τους, εξανθρωπίζοντας τους ήρωές τους (ενσταλάζοντας μια δόση γλύκας και τρυφερότητας στη συμπεριφορά τους), αφαιρώντας τη σεξουαλική ασυδοσία που επικρατούσε συχνά στην πλοκή, περιστέλλοντας δραστικά το στοιχείο της βίας και προσδίδοντας κάποια σταθερά ηθικά χαρακτηριστικά στα πρόσωπά τους.
Με την παρέλευση των ετών τα παραμύθια των αδελφών Γκριμ καταχωρήθηκαν στις μεγάλες παρακαταθήκες του δυτικού πολιτισμού, αλλά το κλίμα της σκοτεινής απειλής που παρέμεινε ολοζώντανο στον πυρήνα τους δεν μπόρεσε ποτέ να συμβαδίσει με τη νόρμα της αθωότητας την οποία πιστεύουμε ότι προϋποθέτουν τα παιδικά αναγνώσματα. Δείγμα αυτής της θεμελιώδους ανισορροπίας είναι η συζήτηση που προκάλεσαν ο Γιάκομπ και ο Βίλχελμ λίγο πριν και λίγο μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ναζί έσπευσαν να αναγνωρίσουν προπολεμικά στα παραμύθια τους τις αρετές της φυλετικής καθαρότητας ενώ οι επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος παραλλήλισαν μεταπολεμικά την εμπειρία τους από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης με τις διακρίσεις που αποδεσμεύουν πολλές φορές οι χαρακτήρες τους (για παράδειγμα: η άσπιλη απολογήτρια των εθνικών-οικογενειακών αξιών Σταχτοπούτα απέναντι στην επίφοβη σκιά του ξένου και του ανέντακτου, που αντιπροσωπεύει η αυταρχική μητριά της).
Μάγοι, τέρατα, γίγαντες, περίεργα πουλιά, ταλαιπωρημένες πριγκιποπούλες, αδιαπέραστα κάστρα, πανούργοι διάβολοι, μυστηριώδεις νύφες, αποθηριωμένοι λύκοι, θαυματουργά δαχτυλίδια, άνθρωποι μεταμορφωμένοι σε ζώα, πλούσιοι και φτωχοί, αλλά και χωρικοί, βασιλιάδες ή νοικοκυρές συνεχίζουν και στις ημέρες μας να κυκλοφορούν προς πάσα κατεύθυνση στα παραμύθια των αδελφών Γκριμ και να αναστατώνουν με τους πιο διαφορετικούς τρόπους τον νου και την ψυχή μας. Η σύγκρουση αρσενικών και θηλυκών προτύπων, η εξαπάτηση και η μαγεία, ο θρησκευτικός μανδύας, που δεν έχει αποβληθεί από τις καταστάσεις τις οποίες γεννά η αφήγηση, όπως και ο αδιαμεσόλαβητος ρεαλισμός με τον οποίο ο Γιάκομπ και ο Βίλχελμ εξιστορούν τα παθήματα των ηρώων τους, αποκαλύπτοντας ξανά και ξανά την τραχύτητα των περιστάσεων υπό τις οποίες έχουν κληθεί να ζήσουν, αντιπροσωπεύουν σίγουρα κάτι και από τη δική μας εποχή: μια εποχή που δεν αποκλείεται να προβάλει ένα σοβαρό κομμάτι από την κοινωνική και την υπαρξιακή της ανασφάλεια στην αλληγορική και τη συμβολική γλώσσα δύο παράξενων παραμυθάδων.
Τι λένε συγγραφείς και μεταφραστές παιδικών βιβλίων
O συγγραφέας παιδικού βιβλίου και πρόεδρος του Κύκλου Ελληνικού Παιδικού βιβλίου Βαγγέλης Ηλιόπουλος αναφερόμενος στο έργο των Αδελφών Γκριμ, είπε στο ΑΜΠΕ: «Οι αδελφοί Γκριμ, κυκλοφορούσαν σε όλη την γύρω περιοχή και συνέλλεγαν μύθους. Τα παραμύθια που εκείνοι επεξεργάζονται, είναι τα παραμύθια που υπήρχαν στην παράδοση της Ευρώπης και είχαν αντέξει ήδη στον χρόνο, ήταν δηλαδή δοκιμασμένες λύσεις έτσι κι αλλιώς.»
Κατά την άποψη του συγγραφέα «τέτοια παραμύθια δεν θα χαθούν ποτέ γιατί δεν είναι αναλώσιμα.» Και εξηγεί: «Τα παραμύθια αυτά τα βρίσκουμε σε διάφορες παραλλαγές σε διάφορα μέρη, γιατί ακριβώς κουβαλάνε μέσα τους πολλά στοιχεία του ανθρώπινου πολιτισμού. Ουσιαστικά είναι σαν τις δικές μας τραγωδίες και τα παραμύθια της Κίνας που έχουν μέσα στο DNA τους, το ανθρώπινο στοιχείο και την ανθρώπινη υπόσταση. Γι' αυτό το λόγο δεν πιστεύω ότι θα σβήσουν και ποτέ.»
«Τα παραμύθια αυτά πέρα από το γεγονός ότι έχουν μεγαλώσει γενιές παιδιών και μεγάλων, έχουν γίνει και αντικείμενο ψυχαναλυτικών προσεγγίσεων», δήλωσε με έμφαση στο ΑΜΠΕ, ο συγγραφέας. «Έχουν δηλαδή μέσα τους πολλά στοιχεία της ανθρώπινης ψυχής, άρα πάρα πολύ εύκολα γίνονται από διδακτικά εργαλεία, σε ψυχοθεραπευτικά εργαλεία, και απλά εργαλεία που μυούν ένα παιδί στη ζωή.»
Την αναγκαιότητα εξέλιξης αυτής της τέχνης, επεσήμανε, ο Βαγγέλης Ηλιόπουλος: «Όλη αυτή η μορφή τέχνης, επειδή είναι ζωντανή, έχει σημασία να εξελίσσεται. Το ότι τα τελευταία χρόνια τα παραμύθια αυτά, τα παίρνουν θεατρικές ομάδες και τα κάνουν παραστάσεις για μεγάλους, και χορευτικοί θίασοι για να τα κάνουν χοροδράματα, είναι πολύ σημαντικό. Το ότι επίσης έχουν κερδίσει πάρα πολύ χρόνο ζωής, γιατί γίνανε κινούμενα σχέδια και ταινίες, είναι εξίσου σημαντικό (ειδικά τα παραμύθια των Γκριμ τα περισσότερα παιδιά τα γνωρίζουν μέσα από τις ταινίες). Η τέχνη δηλαδή μεταλλάσσεται και δίνει ζωή στη μυθοπλασία αλλάζοντας συνεχώς μορφές. Αυτό άλλωστε συμβαίνει και με τον 'Αντερσεν και με τους Γκριμ και με τον Περό. Μέσα από μορφές τέχνης, λοιπόν όπως το video art που είναι κάτι καινούριο, μέσα από παραστάσεις που γίνονται σε όλη την Ευρώπη, τα παραμύθια αυτά ξανακερδίζουν έδαφος.»
Για τον συγγραφέα και κριτικό παιδικού βιβλίου Γιάννη Παπαδάτο, οι αδελφοί Γκριμ δεν θεωρούνται τυχαία ιδρυτές της εθνικής γερμανικής σχολής της λαογραφίας. Όπως εξηγεί στο ΑΜΠΕ: «Τα παραμύθια αυτά έχουν αξίες, αρχέτυπα, και υπάρχει επίσης και το δίπολο του καλού και του κακού, όπου αρέσκονται τα παιδιά να τα ακούνε. Τα παραμύθια αυτά περιλαμβάνουν αιώνιες αξίες όπου τα παιδιά βρίσκουν μέσα τους τη δυναμική της παιδικής ηλικίας, καθώς τα παραμύθια είναι λαϊκές αφηγήσεις και το παιδί ξέρει ότι μέσα από αυτά γνωρίζει τον εαυτό του, τον γύρω του κόσμο και καταλαβαίνει τι είναι φανταστικό και τι πραγματικό.»
Για τη διαφορά τους από τα σύγχρονα παραμύθια μιλά ο κριτικός: «Τα παραμύθια αυτά διαφέρουν από τα σύγχρονα, γιατί στα δεύτερα δεν υπάρχει ο σεξισμός, η διαφοροποίηση δηλαδή των φύλων, και υπάρχει επίσης μία αταξική κοινωνία, ενώ στα λαϊκά παραμύθια συναντάς «τον φτωχό και τον πλούσιο». Τα παραμύθια των Γκριμ εκφράζουν μέσα τους την βιωμένη κοινωνική πραγματικότητα κάποιων άλλων εποχών και δρουν εξαγνιστικά σήμερα γιατί ακριβώς έχουν στερεότυπα μέσα τους. Τα παλιά δηλαδή λαϊκά παραμύθια έχουν αυτή την αίγλη, του πρωτογονισμού που ταυτίζεται με τον πριμιτιβισμό της παιδικής ηλικίας.»
Η συγγραφέας και κριτικός παιδικού βιβλίου, Μαρίζα Ντεκάστρο, ξεκαθαρίζει στο ΑΜΠΕ, πως «όταν αναφερόμαστε στα παραμύθια των αδελφών Γκριμ, μιλάμε για καταγραφές παραδοσιακών παραμυθιών και όχι πρωτότυπα έργα επώνυμων δημιουργών. Οι Γκριμ ήταν φιλόλογοι και ιστορικοί που συνέλλεξαν προφορικό υλικό και το παρουσίασαν σε μικρούς και μεγάλους. Η ιδέα ότι τα παραμύθια ταιριάζουν σε όλες τις ηλικίες, διατυπώθηκε με σαφήνεια από τον Γιάκομπ Γκριμ σ' ένα κείμενο στο οποίο έγραφε ότι ήταν απόλυτα πεπεισμένος πως ακόμα και οι πιο σοβαροί άνθρωποι και οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, όπως αυτός, θα εύρισκαν στα παραμύθια την ποίηση, την μυθολογία και την ιστορία.»
«'Αντεξαν λοιπόν στον χρόνο», όπως εξηγεί η συγγραφέας, «γιατί όπως όλα τα παραδοσιακά παραμύθια μιλούν για τις κοινές επιδιώξεις, τις νουθεσίες, τα κοινωνικά πιστεύω, τις ελπίδες, τους φόβους, για όλα τα ανθρώπινα δηλαδή, και των ομάδων που αρχικά τα έπλασαν αλλά και των σημερινών ανθρώπων. Κι όλα τα παραπάνω είναι στοιχεία που μπορεί να διαφοροποιήθηκαν στις μέρες μας, αλλά που σε καμιά περίπτωση δεν χάθηκαν.»
Στα παραμύθια των Γκριμ υπάρχει μαγεία και υπερφυσικό, αλλά και αγνότητα και αίσθημα δικαίωσης, θέματα που πάντα συγκινούν! Στην εποχή τους (αρχές του 19ου αιώνα και αργότερα) άνθιζε στη Δυτική Ευρώπη ο ρομαντισμός με την επιστροφή στις ρίζες και στις σταθερές αξίες που απέρρεαν από τις λαϊκές παραδόσεις. Παράλληλα, σε ιδεολογικό επίπεδο, τότε ξεκινούσαν οι συζητήσεις για αναζήτηση της εθνικής ταυτότητας των λαών. Αυτά τα δύο ζητήματα βοήθησαν στην ανάπτυξη ενός νέου πεδίου μελέτης, της λαογραφίας, η οποία, θαμπορούσαμε να πούμε, ότι απετέλεσε ένα από τα μέσα για τη διαμόρφωση αυτής της ταυτότητας. Μ' άλλα λόγια, αν μείνει στη σκιά το ιδεολογικό πλαίσιο που αφορά την ενασχόληση με την παράδοση, μας μένουν μόνον οι μύθοι του περιεχομένου τους, μια λογοτεχνία παιδευτική και κατάλληλη για κάθε κοινό.
Για τις αλλαγές που έκαναν οι αδελφοί Γκριμ, στα παραμύθια τους, αλλά και αυτές που έγιναν μεταγενέστερα, μιλά η κριτικός, στο ΑΜΠΕ. «Η επιτυχία που είχαν στο παιδικό κοινό, αλλά και οι παιδαγωγικές ιδέες που αναπτύχτηκαν την ίδια εποχή για τις ιδιαιτερότητες της παιδικής ηλικίας, οδήγησαν τους δυο συνεργάτες να πάρουν την απόφαση, από τη δεύτερη κιόλας έκδοση, να τα "απαλύνουν", να αφαιρέσουν δηλαδή τα αποσπάσματα που ήταν πολύ άγρια και μπορούσαν να σοκάρουν τα παιδιά. Στις μέρες μας, με τις χιλιάδες διασκευές που έχουν γίνει κι εξακολουθούν να γίνονται, μπορούμε να πούμε ότι αυτό που μένει από τις πρωτότυπες καταγραφές των Γκριμ είναι απλά ο σκελετός των παραμυθιών. Γεγονός που δεν είναι υποχρεωτικά αρνητικό εάν σκεφτούμε ότι ο παραμυθάς που αφηγείτο κάποιο παραμύθι το άλλαζε λίγο ως πολύ προσαρμόζοντάς το στο ακροατήριό του. Έτσι τα παραμύθια των Γκριμ θα συνεχίζουν τη ζωή τους στο διηνεκές».