Δευτέρα 13 Αυγούστου 2018

Τυροκομία σε καλτσόν


Γράφει ο Αριστομένης Γιαννακόπουλος*


Οι απαιτήσεις της νομοθεσίας και της οργανωμένης αγοράς στην παρασκευή τροφίμων στη σύγχρονη εποχή είναι ...
πλέον αυστηρές σε σχέση με τις πρακτικές που συνηθίζονταν μόλις μερικές δεκαετίες πριν. 





Απαιτούνται χώροι δομημένοι με προδιαγραφές τέτοιες ώστε να καθαρίζονται και να απολυμαίνονται εύκολα, ειδική ενδυμασία των εργαζομένων ώστε να αποτρέπεται η ρύπανση / μόλυνση των τροφίμων και πολλά άλλα ορατά ή και μη ορατά στην απλή παρατήρηση ενός αδαούς, ενός μη ειδικού. 

Ωστόσο η υψηλή οργάνωση δίνει και την εντύπωση ότι το προϊόν έχει «βιομηχανοποιηθεί», ότι έχει χάσει τον παραδοσιακό του χαρακτήρα ή ότι δεν προέρχεται πραγματικά εξ ολοκλήρου από τη γεωγραφική περιοχή που ορίζει η σήμανση αλλά γίνονται εν κρυπτώ εισαγωγές και αναμίξεις με ομοειδή προϊόντα από αλλού, ότι συνεπώς υποβαθμίζονται οι γεύσεις κοκ. Έτσι πολλοί καταναλωτές ακόμη αρέσκονται στην αναζήτηση παραδοσιακών προϊόντων απευθείας από τον μικρό παραγωγό του χωριού, που συχνά έχει μεγάλη ηλικία και αναμένεται να γνωρίζει τα μυστικά της παράδοσης και να μην έχει διαφθαρεί από τις αθέμιτες σύγχρονες πρακτικές των βιομηχανιών.

Ωστόσο και ο γηραιός ή ο «παραδοσιακός» παραγωγός του χωριού δεν είναι καθόλου ανυποψίαστος για τις αθέμιτες πρακτικές και τεχνικές παραγωγής που υπάρχουν στους καιρούς μας. Η (υπερβολική) χρήση αντιβιοτικών και χημικών φαρμάκων, η νοθεία, η ψευδεπίγραφη σήμανση κλπ, έχουν φτάσει και στον πιο απομονωμένο οικισμό. Για αυτό πρέπει όλοι να ελέγχονται και ο καταναλωτής να μην εμπιστεύεται παραγωγούς που δεν ελέγχονται ή που δε θέλουν να ελέγχονται ποτέ από κανέναν. Η μονάδα παραγωγής που ταιριάζει καλύτερα στον καιρό μας, για να απευθύνεται στους καταναλωτές που θέλουν τοπικά παραδοσιακά προϊόντα, δεν είναι η παράνομη, η άγνωστη στα χαρτιά και στο νόμο, αλλά η νόμιμα αδειοδοτημένη μικρή μονάδα της υπαίθρου. 

Τις προάλλες κάποιος δημοσιογράφος επισκέφθηκε μια γιαγιά σε έναν απομονωμένον οικισμό που παρασκεύαζε τυρί. Ο δημοσιογράφος στο ρεπορτάζ αυτό είχε τον αέρα ότι αναδείκνυε την παράδοση. Σε ένα παλιό χωριατόσπιτο, η γιαγιά έδειξε ένα κρεμασμένο καλτσόν μέσα στο οποίο τυροκομούσε. Υποθέτω ότι το καλτσόν θα ήταν δικό της και θα το φορούσε κάποτε. Ακόμη και αν αυτό δεν ισχύει ή όσες φορές και να το είχε πλύνει, η απωθητική αίσθηση μου έμεινε και είμαι σίγουρος ότι θα έμεινε και σε άλλους θεατές. Ωστόσο ο δημοσιογράφος συνέχισε να δείχνει με υπερηφάνεια το καλτσόν. Δε φαντάστηκε καν ότι θα έπρεπε να είχε στρέψει κάπου αλλού την κάμερα. Στον αντίποδα, στην περιοχή εκείνη λειτουργούν μικρά τυροκομεία με άδειες, μέσα σε καθαρούς χώρους όπου και το δάπεδο και οι τοίχοι είναι καλυμμένοι με πλακάκια, με το εργαζόμενο προσωπικό –έστω και ένα πρόσωπο μόνο- να φέρει γάντια, σκουφάκι και μασκάκι. Σε κάποια περίπτωση μάλιστα, όλα αυτά είναι σε κοινή θέα -ο χώρος εργασίας είναι δηλαδή ορατός από το δρόμο μέσα από τζαμαρία- και η επιχείρηση γίνεται έτσι ελκυστική στους καταναλωτές και δίνει καλό παράδειγμα και σε άλλες επιχειρήσεις.

Κατά τη γνώμη μου ο δημοσιογράφος θα άξιζε να έκανε ρεπορτάζ σε μία τέτοια μικρή αλλά νόμιμα αδειοδοτημένη μονάδα. Οι δε καταναλωτές θα πρέπει να προσέχουν πού ακριβώς να αναζητούν την παράδοση. 

*Αριστομένης Ι. Γιαννακόπουλος
Γεωπόνος MSc

Φωτογραφία Αρχείου

Αντιστοιχισμένο περιεχόμενο

Συνεργαζόμενα Blogs