Η Σοβιετική Ένωση υπέγραψε το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ τον Αύγουστο του 1939, ένα σύμφωνο μη επιθέσεως με τη ναζιστική Γερμανία. Ένα από τα μυστικά του πρωτόκολλα περιελάμβανε τον διαμελισμό της Πολωνίας μεταξύ των δυο. Η Γερμανία εισέβαλλε στην Πολωνία το 1939, γεγονός που αποτελεί και την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Λίγες ημέρες αργότερα, οι Σοβιετικοί κατέλαβαν εδάφη της χώρας ανατολικά της γραμμής Κώρζον.
Οι Σοβιετικοί συνέλαβαν χιλιάδες Πολωνούς στρατιωτικούς, αστυνομικούς και μέλη της πνευματικής ελίτ. Τους έκλεισαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στο εσωτερικό της χώρας. Μετά όμως από την εισβολή της Γερμανίας τον Ιούνιο του 1941, η πολωνική εξόριστη κυβέρνηση που βρισκόταν στο Λονδίνο, συμφώνησε με τους Σοβιετικούς να συνεργαστούν κατά των Γερμανών. Στις 30 Ιουνίου, μια πολωνική στρατιά άρχισε να σχηματίζεται σε σοβιετικό έδαφος.
Τους επόμενους μήνες ο Πολωνός στρατηγός Βλάντισλαβ Άντερς ζήτησε οι 10 με 15 χιλιάδες Πολωνοί αιχμάλωτοι πολέμου να τεθούν υπό τις διαταγές του. Στις 3 Δεκεμβρίου του είπαν πως οι περισσότεροι είχαν αποδράσει στη Μαντζουρία. Μόνο 448 υπαξιωματικοί έφτασαν στο στρατόπεδο του.
Η τύχη των αγνοούμενων αιχμαλώτων παρέμενε ένα μυστήριο. Στις 13 Απριλίου του 1943, οι Γερμανοί ανακοίνωσαν πως είχαν ανακαλύψει ομαδικούς τάφους Πολωνών αξιωματικών. Οι τάφοι έφταναν τους 4.443 και βρίσκονταν στο δάσος Κατίν. Οι Γερμανοί κατηγόρησαν τους Σοβιετικούς για τη σφαγή, αλλά δυο ημέρες νωρίτερα οι Σοβιετικοί ανακοίνωσαν πως οι Πολωνοί χρησιμοποιούνταν σε ένα έργο και κατηγόρησαν τους Γερμανούς για τη σφαγή.
@wikipedia.org
Η πολωνική κυβέρνηση, λίγες ημέρες αργότερα, ζήτησε από τον Ερυθρό Σταυρό να εξετάσει τους τάφους και ζήτησε λεπτομερή έκθεση από τους Σοβιετικούς. Μια εβδομάδα αργότερα, στις 25 Απριλίου, οι Σοβιετική ένωση διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με την εξόριστη πολωνική κυβέρνηση και εγκατέστησε δική της, η οποία αποτελούνταν από Πολωνούς κομμουνιστές.
Τότε το κύριο μέλημα της Μεγάλης Βρετανίας και των ΗΠΑ, ήταν η συντριβή της Γερμανίας. Γι’ αυτό και ενοχλήθηκαν από τη στάση της εξόριστης πολωνικής κυβέρνησης που αρνήθηκε να δεχθεί την αποκατάσταση των σχέσεών της με τη σοβιετική ένωση. Στη διάσκεψη της Τεχεράνης, οι δυο χώρες αγνόησαν τις πολωνικές διαμαρτυρίες για την υπόθεση Κατίν.
Η σφαγή του Κατίν βρέθηκε πολλές φορές στο πεδίο αντιπαράθεσης των δυο ιδεολογικών στρατοπέδων κατά τον Ψυχρό Πόλεμο. Στις 13 Απριλίου του 1990, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η ρωσική κυβέρνηση ζήτησε επισήμως συγνώμη και αποκάλυψε ντοκουμέντα για τη Σφαγή του Κατίν. Σύμφωνα με αυτά, τη σφαγή είχε διατάξει το υπό τον Στάλιν Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΣΕ, κατόπιν εισήγησης του διαβόητου Λαβρέντι Μπέρια, αρχηγού της NKVD (προδρόμου της KGB), στις 5 Μαρτίου 1940.
Το 2000 στο Κατίν ανεγέρθηκε μνημείο για τα 20 χιλιάδες θύματα. 10 χρόνια αργότερα η κάτω Βουλή της Ρωσικής Ομοσπονδίας διακήρυξε επίσημα ότι ο Ιωσήφ Στάλιν και τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΣΕ ήταν υπεύθυνα για τη Σφαγή του Κατίν. Το 2007, κυκλοφόρησε η ταινία «Katyn» του Αντρέι Βάιντα, που έριξε φως στη Σοβιετική σφαγή χιλιάδων Πολωνών αξιωματικών και πολιτών στο δάσος Κατίν.