το μεσημέρι της 2ας Απριλίου 1986, με προορισμό την Αθήνα. Το αεροσκάφος με 7μελές πλήρωμα και 115 επιβάτες εκτελούσε την πτήση TW840. Οι περισσότεροι επιβάτες ήταν Αμερικανοί και συνέχιζαν το ταξίδι τους από το Λος Άντζελες και τη Νέα Υόρκη.
Είκοσι λεπτά προτού το αεροπλάνο προσγειωθεί στο αεροδρόμιο του Ελληνικού κι ενώ πετούσε πάνω από το Άργος, ένας εκρηκτικός μηχανισμός που είχε τοποθετηθεί στο σωσίβιο κάτω από τη θέση 10F εξερράγη, δημιουργώντας μία τρύπα διαμέτρου δύο μέτρων στο πλευρικό τοίχωμα του αεροπλάνου. 4 επιβάτες εκτοξεύτηκαν έξω από το αεροπλάνο και 7 τραυματίστηκαν από τα θραύσματα της βόμβας, ενώ ο θάλαμος των επιβατών υπέστη άμεση αποσυμπίεση.
Αμέσως ξεκίνησε έρευνα για τον εντοπισμό των τεσσάρων αγνοουμένων επιβατών, που βρέθηκαν τελικά νεκροί, οι τρεις σε ένα χωράφι του Άργους και ο τέταρτος στην παρακείμενη θάλασσα. Επρόκειτο για τρεις Ελληνοαμερικανίδες (μητέρα, κόρη και το ηλικίας οκτώ μηνών βρέφος της) κι ένα Αμερικανοκολομβιανό.
Την ευθύνη για την έκρηξη ανέλαβε ένα παρακλάδι της παλαιστινιακής τρομοκρατικής οργάνωσης «Αραβικοί Επαναστατικοί Πυρήνες», ως αντίποινα για τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς στη Λιβύη τον προηγούμενο μήνα. Παρά τις προσπάθειες των ελληνικών, ιταλικών και αμερικανικών αρχών, οι δράστες της βομβιστικής επίθεσης δεν βρέθηκαν για να λογοδοτήσουν. Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η βόμβα περιείχε μία λίβρα πλαστικής εκρηκτικής ύλης. Υπήρχε η υποψία, ότι είχε τοποθετηθεί κάτω από το μαξιλάρι του καθίσματος, σε κάποιο προηγούμενο ταξίδι, από μία Λιβανέζα